Μεσοκολπική επικοινωνία (ASD)

Η μεσοκολπική διαταραχή (Atrial Septal Defects) είναι μία ομάδα των σπάνιων συγγενών διαταραχών της καρδιάς (εκ γενετής καρδιακές διαταραχές) και αφορούν μια τρύπα στο τοίχωμα (διάφραγμα) που χωρίζει τους δύο άνω-θαλάμους (κόλπους) της καρδιάς. Στην σύγχρονη επεμβατική καρδιολογία, η διαταραχή αυτή αντιμετωπίζεται με τη σύγκλιση του ανοιχτού ωοειδούς τμήματος.

Κανονικά η καρδιά έχει τέσσερις θαλάμους: δύο άνω θαλάμους γνωστούς και  ως κόλποι που χωρίζονται μεταξύ τους από ένα ινώδες χώρισμα γνωστό ως κολπικό διάφραγμα και δύο κάτω θαλάμους γνωστούς ως κοιλίες που διαχωρίζονται η μία από την άλλη από το διάφραγμα κοιλίας. Βαλβίδες συνδέουν τους κόλπους (αριστερό και δεξιό) με τις αντίστοιχες κοιλίες. Ένα μικρό άνοιγμα μεταξύ των δύο κόλπων (ωοειδούς τρήματος) υπάρχει κατά τη γέννηση. Λίγο μετά τη γέννηση, το κολπικό διάφραγμα σταδιακά μεγαλώνει και τελικά σφραγίζει αυτό το άνοιγμα.

Στα βρέφη με μεσοκολπική διαταραχή, το κολπικό διάφραγμα δεν μπορεί να κλείσει αυτό το άνοιγμα σωστά ή παραμορφώνεται κατά τη διάρκεια της εμβρυϊκής ανάπτυξης. Σε αυτή τη διαταραχή, το άνοιγμα μεταξύ των κόλπων παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά το πέρας της περιόδου που θα έπρεπε κανονικά να έχει κλείσει, με αποτέλεσμα την αύξηση του φόρτου εργασίας στην δεξιά πλευρά της καρδιάς και την υπερβολική ροή αίματος στους πνεύμονες.

Αρχικά, τα συμπτώματα που σχετίζονται με την κολπική διαφραγματική ανωμαλία μπορεί να μην υπάρχουν ή να είναι τόσο ήπια ώστε να μπορεί να περάσει απαρατήρητη η πάθηση.

Συχνά η διαταραχή αυτή δεν αναγνωρίζεται μέχρι τη σχολική ηλικία ή ακόμα και την ενήλικη ζωή. Σε ενήλικες με απαρατήρητα μεσοκολπικά ελαττώματα, μπορούν να αναπτυχθούν διάφορα αναπνευστικά προβλήματα  ή και καρδιακή ανεπάρκεια.