Βηματοδότες: Εμφύτευση – Αντικατάσταση

Διαδερμική εμφύτευση βηματοδότη – Νέα γενιά, φιλική στην MRI

Ο βηματοδότης είναι μία ηλεκτρονική συσκευή που χρησιμοποιείται για να αντικαταστήσει τη λειτουργία του φυσικού βηματοδότη της καρδιάς όταν η καρδιά έχει πολύ αργό καρδιακό ρυθμό, δεν αντλεί αρκετό αίμα, δεν καλύπτει τις ανάγκες του σώματος, με αποτέλεσμα συμπτώματα όπως η λιποθυμία (συγκοπή).

Επίσης οι βηματοδότες χρησιμοποιούνται όταν η βραδυκαρδία αναμένεται να επιδεινωθεί και να προκαλέσει επιπλοκές. Αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά μια επιβράδυνση του καρδιακού ρυθμού, ειδικά όταν ένας ασυνήθιστα αργός καρδιακός ρυθμός είναι μόνιμος ή αναμένεται να συμβεί πολλές φορές.

Η τοποθέτηση βηματοδότη διενεργείται διαδερμικά. Πρόκειται για μια ελάχιστα επεμβατική μέθοδο και με τοπική αναισθησία. Η όλη διαδικασία γίνεται με τοπική αναισθησία και διαρκεί περίπου 1 ώρα. Με τη μέθοδο αυτή, αποφεύγεται το χειρουργικό τραύμα της τομής στο θώρακα, το οποίο είναι επίπονο και πρησμένο για λίγες ημέρες μετά τη επέμβαση, καθώς και η πιθανότητα επιπλοκών.

Όπως είναι γνωστό, οι ασθενείς με συμβατικό βηματοδότη, δεν είναι σε θέση να εξεταστούν με μαγνητική τομογραφία (MRI). Το πρόβλημα αυτό που είναι σημαντικό, καθώς υπάρχει πλήθος ασθενειών που απαιτούν τη διαγνωστική προσέγγιση της μαγνητικής τομογραφίας, αντιμετωπίστηκε πλέον με τη νέα γενιά βηματοδοτών που επιτρέπουν την εξέταση με MRI.

Οι βηματοδότες αυτοί είναι διαθέσιμοι και στην Ελλάδα και μάλιστα εγκεκριμένοι από τον ΕΟΠΥΥ. Πολύ συχνά, ωστόσο, διαπιστώνεται ότι όταν ένας ασθενής προσέρχεται ως επείγον σε κάποια μονάδα Υγείας, παρ΄ ότι π.χ μπορεί να δηλώσει ότι αντιμετωπίζει ογκολογικό πρόβλημα, δεν λαμβάνεται υπόψιν το απαγορευτικό κριτήριο της βηματοδότησης με συσκευή που απαγορεύει την MRI. Βεβαίως και η διαφορά κόστους.

Οι περισσότεροι ασθενείς μετά την εμφύτευση του βηματοδότη επιστρέφουν στο σπίτι τους την επόμενη μέρα. Συνήθως, ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει στις κανονικές τους δραστηριότητες μετά από μερικές εβδομάδες. Για αρκετές εβδομάδες μετά την εμφύτευση του βηματοδότη, μπορεί να ζητηθεί ο ασθενής να μην σηκώνει το χέρι του πάνω από το ύψος του ώμου.

Αντικατάσταση βηματοδότη

Η αντικατάσταση του βηματοδότη γίνεται πάλι διαδερμικά, με τοπική αναισθησία, μια μικρή τομή κάτω από το δέρμα και με νοσηλεία μιας ημέρας.

Ο καθηγητής Λ. Καραγκούνης, έχει πολύ μεγάλη εμπειρία στην τοποθέτηση απλών και νέας γενιάς βηματοδοτών. Το Αιμοδυναμικό Εργαστήριο στο οποίο προϊσταται, εφημερεύει διαρκώς για καρδιολογικά περιστατικά και εμφύτευση βηματοδοτών. Το Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης, είναι συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ.

Ο ρόλος του βηματοδότη

Ο βηματοδότης είναι μια μικρή σε μέγεθος συσκευή, τροφοδοτούμενη από μπαταρία που στέλνει ασθενή ηλεκτρικά ερεθίσματα στον καρδιακό μυ και έτσι προκαλεί τη σύσπασή του, δηλαδή επιτυγχάνει ένα σταθερό καρδιακό κτύπο. Ο βηματοδότης έχει περίπου το μέγεθος ενός μεταλλικού νομίσματος και αποτελείται από καλώδια, τα οποία μεταδίδουν τα ηλεκτρικά ερεθίσματα στην καρδιά, από τη γεννήτρια παλμών, η οποία παράγει τα ηλεκτρικά ερεθίσματα και από τη μπαταρία.

Πολλές φορές ο βηματοδότης είναι ρυθμισμένος να ενεργοποιείται μόνο όταν ο καρδιακός ρυθμός πέφτει κάτω από ένα ορισμένο προκαθορισμένο όριο (λειτουργία κατά απαίτηση).

Η μπαταρία ενός μόνιμου βηματοδότη διαρκεί από 5 έως 15 χρόνια.  Ο γιατρός θα πρέπει να παρακολουθεί τακτικά τον βηματοδότη για την ορθή λειτουργία του και για να προβεί στην αντικατάσταση της μπαταρίας πριν αυτή εξαντληθεί, διότι μπορεί να κινδυνεύσει ο ασθενής.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι βηματοδοτών:

  • Βηματοδότες σταθερού ρυθμού. Αυτού του είδους οι βηματοδότες εκπέμπουν ηλεκτρικά ερεθίσματα με ένα σταθερό ρυθμό, ανεξάρτητα από το επίπεδο δραστηριότητας του ασθενούς.
  • Βηματοδότες μεταβαλλόμενου ρυθμού. Αυτού του είδους οι βηματοδότες ανταποκρίνονται στο επίπεδο δραστηριότητας του ασθενούς και μεταβάλλουν τον ρυθμό με τον οποίο στέλνουν τα ηλεκτρικά ερεθίσματα στην καρδιά.
  • Βηματοδότες ενός θαλάμου. Αυτού του είδους οι βηματοδότες ελέγχουν μόνο τον κάτω θάλαμο (κοιλία) της καρδιάς.
  • Βηματοδότες διπλού θαλάμου. Αυτού του είδους οι βηματοδότες ελέγχουν τον άνω θάλαμο (κόλπος) και τον κάτω θάλαμο (κοιλία) της καρδιάς.

Αφού εμφυτευτεί μόνιμα ο βηματοδότης, ο ασθενής θα χρειαστεί να αποφεύγει ορισμένες δραστηριότητες ή καταστάσεις που μπορεί να διακόψουν τα σήματα που αποστέλλονται από το βηματοδότη στην καρδιά. Ο γιατρός θα δώσει συγκεκριμένες οδηγίες σχετικά με τις προφυλάξεις που πρέπει να τηρηθούν.

Περισσότερες πληροφορίες

Σε σπάνιες περιπτώσεις, οι άνθρωποι αισθάνονται πίεση στο λαιμό, φούσκωμα στο στήθος, ή ζαλάδα όταν ο βηματοδότης στέλνει ερεθίσματα στη καρδιά. Ο γιατρός θα ενημερώσει πλήρως τον ασθενή σχετικά με τις παρενέργειες της εμφύτευσης βηματοδότη.

Οι μεταβαλλόμενου ρυθμού βηματοδότες είναι η ιδανική επιλογή για δραστήριους ανθρώπους. Οι βηματοδότες αυτού του είδους αναπαράγουν πιστά φυσικούς ρυθμούς της καρδιάς και είναι σε θέση να αυξήσουν τον καρδιακό ρυθμό σε συνάρτηση με τη σωματική δραστηριότητα. Ο γιατρός μπορεί να αποφασίσει για το πόσο γρήγορα ο βηματοδότης θα ανταποκρίνεται και για το πόσο γρήγορα ο ρυθμός της καρδιάς θα επιστρέφει σε ρυθμούς ηρεμίας.

Ισχυρά ηλεκτρικά ή μαγνητικά πεδία μπορεί να επηρεάσουν το βηματοδότη. Ο συνήθης οικιακό εξοπλισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια, όπως επίσης και ο συνήθης εξοπλισμός γραφείου. Όμως θα πρέπει να αποφεύγονται εντελώς οι ηλεκτρικές συσκευές βαρέως τύπου και ο βιομηχανικός εξοπλισμός. Εστίες ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας όπως τα κινητά τηλέφωνα θα πρέπει να κρατούνται σε κάποια απόσταση.