Κατάλυση καθετήρα για ταχυκαρδία

Η κατάλυση καθετήρα είναι μια διαδικασία που χρησιμοποιείται για να καταστραφούν επιλεκτικά περιοχές του τοιχώματος της καρδιάς που προκαλούν πρόβλημα στο καρδιακό ρυθμό. Η κατάλυση καθετήρα χρησιμοποιείται συχνά σε ασθενείς με εμμένουσα ή υποτροπιάζουσα ταχυκαρδία που δεν ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική αγωγή ή σε ασθενείς με ορισμένους τύπους ταχυκαρδίας και που δεν επιθυμούν να λάβουν φαρμακευτική αγωγή.

Η διακαθετηριακή κατάλυση μπορεί να εξαλείψει την κολποκοιλιακή κομβική παλινδρομική ταχυκαρδία (AVNRT), η οποία είναι ένα είδος υπερκοιλιακής ταχυκαρδίας, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις.

Η κατάλυση καθετήρα συχνά συνιστάται για τους ασθενείς που πάσχουν από ένα τύπο της κολποκοιλιακής παλινδρομικής ταχυκαρδίας (AVRT), ο οποίος ονομάζεται σύνδρομο Wolff-Parkinson-White (WPW), ειδικά εκείνοι που έχουν σοβαρά συμπτώματα ή και να έχουν κολπική μαρμαρυγή ή πτερυγισμό. Η διαδικασία αυτή μπορεί να εξαλείψει επιτυχώς WPW τον περισσότερο χρόνο. Υπάρχει ένας μικρός κίνδυνος αρρυθμίας επαναλαμβανόμενες ακόμη και μετά την επιτυχή κατάλυση του WPW. Αλλά μια δεύτερη σύνοδο του εκτομή καθετήρα είναι συνήθως επιτυχής.

Πώς γίνεται η κατάλυση καθετήρα

Για την κατάλυση καθετήρα, ένα τοπικό αναισθητικό χορηγείται στη θέση όπου εισάγεται ο καθετήρας. Ο ασθενής έχει τις αισθήσεις του κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, αλλά μπορεί να είναι ναρκωμένος.

Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, λεπτά και εύκαμπτα καλώδια εισάγονται εντός ενός αιμοφόρου αγγείου στο μηρό, στη βουβωνική χώρα, τον αυχένα ή τον αγκώνα και κατευθύνονται μέσω του αιμοφόρου αγγείου προς την καρδιά υπό ακτινοσκοπική καθοδήγηση. Τα καλώδια επιτρέπουν στο γιατρό να καταγράφει την ηλεκτρική δραστηριότητα της καρδιάς και να καθορίσει τι είδους πρόβλημα υπάρχει στο καρδιακό ρυθμό.

Στη συνέχεια, ο γιατρός θα βρει τις μικρές περιοχές που προκαλούν το πρόβλημα στο καρδιακό ρυθμό και μέσω των καλωδίων αποστέλλεται ενέργεια σε αυτούς τους τομείς του καρδιακού τοιχώματος. Αυτή η ενέργεια έχει τη μορφή θερμικής ενέργειας υψηλής θερμοκρασίας ή πολύ χαμηλής θερμοκρασίας. Η εφαρμογή υψηλής θερμοκρασίας ή χαμηλής θερμοκρασίας καταστρέφει ή αποκολλάει, αντίστοιχα, ιστούς του καρδιακού τοιχώματος. Η διαδικασία αυτή μπορεί να θεραπεύσει το πρόβλημά με τον καρδιακό ρυθμό.

Η κατάλυση καθετήρα μπορεί να ονομάζεται με διαφορετικά ονόματα ανάλογα τον τύπο της ενέργειας που εφαρμόζεται. Αν η υψηλή θερμοκρασία επιτυγχάνεται μέσω εφαρμογής ραδιοσυχνοτήτων (υψίσυχνο ρεύμα), ονομάζεται διακαθετηριακή κατάλυση με ραδιοσυχνότητες. Εάν γίνεται εφαρμογή χαμηλών θερμοκρασιών, ονομάζεται κρυοπηξία.

Η κατάλυση καθετήρα γίνεται στο Αιμοδυναμικό Εργαστήριο της κλινικής, όπου ο ασθενής μπορεί να παρακολουθείται προσεκτικά. Η διαδικασία εφαρμόζεται αφού γίνει μελέτη της ηλεκτροφυσιολογίας (EP) της καρδιάς, η οποία μπορεί να εντοπίσει συγκεκριμένες περιοχές του καρδιακού ιστού, όπου ξεκινά η ταχυκαρδία ή όπου βρίσκονται οι μη φυσιολογικοί ηλεκτρικοί οδοί εντός ή εκτός του κολποκοιλιακού (AV) κόμβου. Αυτό επιτρέπει στους γιατρούς να εντοπίσουν ακριβώς ποιές μικρές περιοχές του καρδιακού μυός πρέπει να καταστείλουν.

Αποθεραπεία από τη διακαθετηριακή κατάλυση

Η αποθεραπεία από την κατάλυση καθετήρα είναι συνήθως γρήγορη. Μερικοί ασθενείς νοσηλεύονται για 1-2 ημέρες μετά τη διαδικασία, ώστε οι γιατροί να μπορούν να παρακολουθούν τον καρδιακό ρυθμό και το ρυθμό. Πολλοί άνθρωποι πηγαίνουν στο σπίτι την ίδια ημέρα.

Κίνδυνοι από την κατάλυση καθετήρα

Οι κίνδυνοι από την κατάλυση καθετήρα περιλαμβάνουν:

  • Μώλωπες.
  • Αιμορραγία.
  • Ζημιά στο σύστημα αγωγής της καρδιάς, που απαιτεί την τοποθέτηση ενός βηματοδότη. Αυτό είναι σπάνιο.
  • Παρακέντηση της καρδιάς, που οδηγεί σε καρδιακό επιπωματισμό. Αυτό είναι σπάνιο.
  • Περικαρδίτιδα, φλεγμονή του σάκου (περικάρδιο) που περιβάλλει και προστατεύει την καρδιά. Αυτό είναι σπάνιο.
  • Πνευμονική εμβολή. Αυτό είναι σπάνιο.

Στην διακαθετηριακή κατάλυση για κολποκοιλιακή κομβική ταχυκαρδία (AVNRT), η βλάβη στο ηλεκτρικό σύστημα της καρδιάς απαιτεί εμφύτευση μόνιμου βηματοδότη σε περίπου 1% των ασθενών.

Σε ασθενείς με άλλους τύπους υπερκοιλιακής ταχυκαρδίας, όπου τα κέντρα των μη κανονικών ηλεκτρικών ώσεων δεν είναι κοντά στο κανονικό ηλεκτρικό σύστημα της καρδιάς , δεν υπάρχει κίνδυνος να απαιτηθεί εμφύτευση μόνιμου βηματοδότη