Η σύγχρονη επεμβατική καρδιολογία έχει προχωρήσει διεθνώς στην αντιμετώπιση των μεσοκολπικών επικοινωνιών της καρδιάς ( της «τρυπούλας» μεταξύ των δύο άνω κοιλοτήτων της καρδιάς που παραμένει ανοιχτή μετά τους πρώτους μήνες της ζωής ενός βρέφους).
Οι ασθενείς που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα, είναι καλό να υποβάλλονται σε επεμβατική θεραπεία όσο γίνεται νωρίτερα, προκειμένου να μην υπάρξει επιβάρυνση με υπερφόρτωση του όγκου της δεξιάς κοιλίας. Η ανωμαλία αυτή ενοχοποιείται για εγκεφαλικά επεισόδια , πνευμονική υπέρταση, ανεπάρκεια και ενδοκαρδίτιδα.
Η σύγκληση μεσοκολπικών επικοινωνιών με ομπρέλα έχει χαμηλό ρίσκο επιπλοκών, βραχύ χρόνο αναισθησίας και βραχύ χρόνο συνολικής νοσηλείας. Όταν οι συνθήκες είναι κατάλληλες, η διαδερμική σύγκληση μεσοκολπικών επικοινωνιών έχει γίνει η θεραπεία εκλογής αντί για ανοικτή εγχείρηση καρδιάς που περιλάμβανε με τη διάνοιξη του θώρακα και της καρδιάς προκειμένου να συρραφτεί ένα περικαρδιακό εμφύτευμα.
Πώς γίνεται η σύγκληση
Η επεμβατική πράξη γίνεται με τοπική αναισθησία. Η μεσοκολπική επικοινωνία εξετάζεται με διοισοφάγειο υπερηχογράφημα και στη συνέχεια ο επεμβατικός καρδιολόγος προχωρεί στη σύγκλεισή της διαδερμικά.
Με τη διαδερμική σύγκληση, εισάγεται από τη φλέβα ένα εμφύτευμα το οποίο όταν φθάσει στο σημείο της καρδιάς όπου βρίσκεται η οπή, ανοίγει σαν ομπρέλα και αποφράσει την επικοινωνία των δύο κόλπων.
Στο Αιμοδυναμικό μας Εργαστήριο έχουμε εμπειρία επιτυχούς αντιμετώπισης ανάλογων περιστατικών.
Mετά από μία αρχικά επιτυχή σύγκληση μεσοκολπικής επικοινωνίας με ομπρέλα σπανίως μπορεί να παρουσιαστούν προβλήματα όπως η διάβρωση της συσκευής, ενδοκαρδίτιδα ή θρομβοεμβολικό επεισόδιο, γι΄ αυτό ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται καρδιολογικά, σε τακτά χρονικά διαστήματα.